Χατζηγιαννάκος Γιώργος
image_pdfimage_print

ΓΛΩΣΣΑ ΡΟΔΑΝΙ

27-11-2010 Μιλάει, γελάει, δεν σταματάει, λες και η γλώσσα γλιστράει σ’ ένα κεφάλι γεμάτο λαπά. Λέει, Θεέ μου, τι λέει; Ότι του έρθει στ’ άδειο κεφάλι κι από το μαύρο πετάει στο λευκό. Λέει αρλούμπες, αρκεί να μιλάει λες και η γλώσσα λυτό είναι πουλάρι και τρέχει στον κάμπο δίχως σκοπό. Κι εσύ, τον ακούς, και θες να φωνάξεις, σκάσε επιτέλους, θα μας πεθάνεις και θα μας στείλεις σαν τον...

ΚΑΒΑΛΑΡΗΣ Ο ΠΕΡΙΠΑΤΗΤΗΣ

3-10-2010 Κάποτε ήτανε ορθός και ντούρος καβαλάρης και σε αγρούς τριγύριζε γεμάτους με θυμάρι. Χαρούμενος επήδαγε και τους ανθούς τρυγούσε κι όταν εκουραζότανε, αδιάφορα σφυρούσε. Τι όμορφη η άνοιξη, της νιότης το δροσάρι. Τι όμορφη η άνοιξη, τι όμορφα τα νιάτα, τι όμορφες οι αρπαχτές, στα πάρτι τα σικάτα. Μονάχος έμπαινε σ’ αυτά και έφευγε μπλεγμένος και μαραμένος να ’τανε και σαν φυτό πεσμένος σε πέντε δευτερόλεπτα ήταν ορθά στημένος. Σαν μυριζότανε ψητό και τρυφερό λουλούδι αμέσως τους ψιθύριζε μια νότα από τραγούδι. Αλίμονο στα νιάτα μας, στητέ μου καβαλάρη, άδειο σακί κατάντησες δεμένο σε μουλάρι, που περπατά κουτσαίνοντας δίχως σταλιά καμάρι. Τα έρμα νιάτα πέρασαν, ασπρίσαν τα μαλλ ιά μας επέσανε τα δόντια μας, ήρθαν τ’ αρθριτικά μας. Πήρε κιλά η μπάκα μας...

ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ

29-5-2006 Στο χωριό θα ’θελα να ’μουν σ’ ένα ύψωμα. Τα σπαρτά να ’χουν φυτρώσει κι όλα πράσινα. Μια βροχή ψιλή να πέφτει, να ’ναι μούσκεμα. Να γυαλίζουν οι ψιχάλες στα ακρόφυλλ α και να στάζουνε διαμάντια στα ματόφυλλ α. Να μυρίζει η γη χορτάρι κι εκατόφυλλ α και τραγούδι να σκαρώνω στα ακρόχειλα.

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ ΔΕΚΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ

13-11-2000 Παραπονέθηκες παλιά, πως στο χαρτί αυτό δεν έβαλα ποτέ, το πόσο σ’ αγαπώ. Λοιπόν καρδούλα μου, άκου τι έχω να σου πω. Τι κι αν τα ωραιότερα τα λόγια βρω και γράψω. Τι κι’ αν τ’ αστέρια τ’ ουρανού, με λόγια όμορφα στη γη τα κατεβάσω; Κι όλα τα λούλουδα της γης στα πόδια σου σκορπίσω; Κι όρκους σου κάνω, πως στ’ αλήθεια σ’ αγαπώ. Λενάκι μου. Μαύρα μου μάτια, βελουδένια, κορίτσι μου γλυκό, ψυχή μου απαλή και όμορφη. Όλα μου φαίνονται μικρά και λίγα, για να σου έλεγα, με λόγια το πόσο σ’ αγαπώ. Η ίδια η λέξη σ’ αγαπώ έχει ένα μέτρο, ένα όριο, τα πράγματα έξω από εμάς λέμε πως τ’ αγαπάμε. Τον ίδιο μας τον εαυτό λέμε πως πρέπει να προσέχουμε. Τη Μάνα σου, τη Μάνα μου, τη Μάνα κάθε ανθρώπου, πρόσεξε τι λέει μ’ αγωνία, «παιδί μου να προσέχεις» κι όλη η λαχτάρα...

ΧΟΡΟΣ

11-3-2001 Σαν αετού φτερά τεντώθηκαν τα χέρια στον αέρα. Το κεφάλι, γεμάτο καημούς, έγειρε πίσω. Τα πόδια πάτησαν στέρεα στη γη. Τα μάτια κοίταξαν σπιθίζοντας ψηλά στ’ ουρανού το φως. Κι ολόκληρος ο θείος άνθρωπος ψυχή και σώμα άρχισε το ταξίδι του πάθους στον χώρο και στον χρόνο.

ΓΕΝΕΘΛΙΑ

11-12-1999 Έντεκα Δεκεμβρίου, δύο χιλιάδες δέκα τρία. Θα είναι ημέρα Τετάρτη, θα είμαι εξήντα τριών χρονών, τη σύνταξη μάλλ ον θα έχω πάρει, και ίσως εγγ όνια να έχω πολλ ά, τριγύρω με τη γιαγιά τους να παίζουν τρελά. Τη μέρα εκείνη θα φτιάξω χαλβά. Τίποτε ίσως, να μην έχει αλλ άξει. Θα ήθελα δώρα να κάνω πολλ ά, σε όλους εκείνη τη μέρα, να είναι μια μέρα γεμάτη χαρά. Έτσι, μονάχα, για τα εξήντα τρία μου χρόνια, και της χιλιετίας τη δέκατη τρίτη χρονιά....